Συνάντηση με Πατριάρχη

Συνάντηση με Πατριάρχη

“Μόνο πέντε λεπτά”

Το πρωί της 3ης Ιουλίου ανηφόρισα προς το Πατριαρχείο. Μπήκα στην αρχιγραμματεία και ακολούθως στο γραφείο του Αρίσταρχου. Ήταν απορροφημένος πάνω από στοίβες χαρτιά. «Καθίστε, τελειώνω σε λίγο». Έμεινα σιωπηλός περιεργαζόμενος το γραφείο του. Ευθύς αμέσως κατάλαβα γιατί στην πρώτη μας επικοινωνία δεν γνώριζε τι έγραφε η ιστοσελίδα του Πατριαρχείου για το Άγιο Φως: Επειδή δεν είχε υπολογιστή. Και όχι μόνο αυτό. Όπως κατάλαβα, ο υπεύθυνος της ιστοσελίδας του Πατριαρχείου είχε ελάχιστες γνώσεις από υπολογιστές και ίντερνετ. Χωρίς καμία διάθεση επίκρισης (ούτε τότε ούτε τώρα), του το είπα χαμογελώντας. Γέλασε κι εκείνος: «Είμαι μεγάλος, δεν τα καταφέρνω σε αυτά. Ευτυχώς που υπάρχουν τα κορίτσια και με βοηθούν». Εννοούσε τις μοναχές και τις υπαλλήλους.

Δεν του είπα τίποτα γι’ αυτά που συνέβησαν με τον Ισίδωρο. Δεν ήθελα να τον φέρω σε δύσκολη θέση και, κυρίως, δεν είχα ολοκληρώσει την έρευνα. Σωστότερα, ήμουν, προς το παρόν, μπροστά σε αδιέξοδο. Ο Αρίσταρχος, όλο αυτόν τον καιρό με τις αλλεπάλληλες τηλεφωνικές επικοινωνίες, με αντιμετώπισε με περίσσια καλοσύνη και κατανόηση. Θα μπορούσε να με αποφύγει. Δεν το έκανε. Αντίθετα, αν και με προειδοποίησε για «κάποια πράγματα» που θα αντιμετώπιζα στο Πατριαρχείο, αν και δεν ενθουσιάστηκε με την άφιξή μου εκεί, ποτέ δεν ένιωσα κάποια καχυποψία στη φωνή ή στο βλέμμα του. Ισορρόπησε άριστα ανάμεσα σε αυτό που ήθελε και σε αυτό που μπορούσε.


«Λέω σήμερα να δείτε τον Πατριάρχη. Έχει φορτωμένο πρόγραμμα, αλλά ίσως βρούμε ένα κενό να σας δει. Τι λέτε;» «Το ρωτάτε;» «Ωραία. Όπως ξέρετε, του έχω μιλήσει για σας και γνωρίζει ότι είστε εδώ και για ποιο λόγο. Σε λίγο έχει μια συνάντηση με προσκυνητές στη μεγάλη αίθουσα. Πηγαίνετε κι εσείς να παρακολουθήσετε την εκδήλωση –θα είμαι κι εγώ εκεί– και μόλις τελειώσει θα τον ενημερώσω να σας δει. Δεν σας υπόσχομαι ότι θα μπορέσει να σας δει, αλλά θα δούμε…»


Έκανα ακριβώς ό,τι μου είπε. Πήγα στην αίθουσα εκδηλώσεων. Ο χώρος γεμάτος από προσκυνητές. Σε λίγο έφτασε και ο Πατριάρχης Θεόφιλος. Ομιλίες, φιλοφρονήσεις, ψαλμοί, διανομή αναμνηστικών στους προσκυνητές… Όλο αυτό πρέπει να κράτησε πάνω από μια ώρα, μαζί και με ένα γκρουπ Ρώσων που ήρθε στο τέλος. Όταν ο Θεόφιλος άρχισε να δίνει ένα αναμνηστικό σε κάθε προσκυνητή, στάθηκα κι εγώ τελευταίος στη σειρά. Πήρα μια μικρή εικόνα, του φίλησα το χέρι και του είπα: «Είμαι ο δημοσιογράφος από την Αθήνα που σας έχουν πει, και θα ήθελα να μου αφιερώσετε πέντε λεπτά να μιλήσουμε για το Άγιο Φως». Φαινόταν κατάκοπος. Επιπλέον είναι βέβαιο ότι δεν περίμενε ότι ο τελευταίος… προσκυνητής θα ζητούσε συνάντηση για ένα θέμα που καίει. Η απάντησή του –με ύφος σχετικά αυστηρό– με προσγείωσε απότομα: «Όχι, όχι… δεν μπορώ σήμερα».


Πήγα αμέσως να βρω τον Αρίσταρχο και να του πω το μαντάτο. «Πηγαίνετε να καθίσετε έξω από το γραφείο του. Έχει και μερικές άλλες συναντήσεις με κάποια άτομα. Αν και είναι κουρασμένος, πιστεύω ότι θα βρούμε κενό πριν αποσυρθεί στο δωμάτιό του».


Πήγα και κάθισα σ’ έναν καναπέ έξω από το γραφείο του. Και περίμενα. Κόσμος έμπαινε, κόσμος έβγαινε. Λαϊκοί και κληρικοί. Κάποια στιγμή βλέπω έναν Αγιοταφίτη –άγνωστό μου– να βγαίνει από το γραφείο του και περνώντας γρήγορα από μπροστά μου να μου λέει χαμηλόφωνα: «Υπομονή, θα τα καταφέρουμε». Ποιος ήταν αυτός; Δεν ήξερα. Αργότερα βέβαια κατάλαβα. Ήταν ο Αρχιδιάκονος πατήρ Μάρκος από το Ιδιαίτερο Γραφείο του Πατριάρχη. Άλλος ένας καλός άνθρωπος που έκανε ό,τι μπορούσε για να πραγματοποιηθεί αυτή η συνάντηση. Όπως και έγινε.


Ύστερα από λίγο εμφανίζεται ο Αρίσταρχος και μου λέει σχεδόν επιτακτικά: «Μπείτε τώρα! Μόνο πέντε λεπτά».
Αυτή ήταν ίσως η επιθυμία του Πατριάρχη, ίσως και του Αρίσταρχου, ίσως και του πατρός Μάρκου. Δεν ξέρω, πάντως η δική μου –άσχετα τι του είπα στην αίθουσα– ήταν άλλη. Πέντε λεπτά δεν έφταναν για να τον ρωτήσω όλα εκείνα που είχα κατά νου.
Τελικά η συνάντησή μας κράτησε περίπου τριάντα λεπτά.

“Δεν υπάρχει θαύμα”

Γνώριζα ότι είχα ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή μου. Επιπλέον, γνώριζα ότι θα άνοιγα μια συζήτηση που το Πατριαρχείο την αποφεύγει όταν τίθεται προς απάντηση το «πώς». Από τη μια λοιπόν έπρεπε να αποφύγω κάθε ερώτηση που ο Πατριάρχης θα μπορούσε να την εκλάβει ως προσβλητική, οπότε ενδεχομένως θα ένιωθα ανεπιθύμητος. Από την άλλη όμως ήμουν αποφασισμένος να θέσω όλα τα ζητήματα γύρω από
το Άγιο Φως. Ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι δεν θα είχα δεύτερη ευκαιρία. Έπρεπε λοιπόν να προσέξω όχι τι, αλλά κυρίως πώς θα το πω.


Η αρχή έγινε μ’ ένα βιβλίο που του έκανα δώρο. Έδειξε ενδιαφέρον και άρχισε να με ρωτάει γι’ αυτό. Στη συνέχεια με ρώτησε για τις σπουδές μου και την οικογενειακή μου κατάσταση. Εντυπωσιάστηκε όταν του είπα ότι ο πατέρας μου είναι ιερέας και ότι έχω φοιτήσει (και) σε εκκλησιαστική σχολή (Ριζάρειος). Τα λεπτά περνούσαν και έπρεπε κάπως να γίνει η αρχή. Και έγινε: «Ξέρετε, έχω κάποιες απορίες γύρω από
την τελετή του Αγίου Φωτός και θα ήθελα να με βοηθήσετε να τις λύσω». «Και βέβαια, σας ακούω». Άνοιξα την τσάντα μου και πήρα τη μικρή βιντεοκάμερά μου, έτοιμος να πατήσω το rec.


Αντέδρασε: «Όχι, δεν θα το ήθελα αυτό». «Σεβαστό. Θα ήθελα κατ’ αρχάς να σας ρωτήσω αν, όταν μπαίνετε στον Πανάγιο Τάφο το Μεγάλο Σάββατο για να λάβετε το Άγιο Φως, σας ψάχνει κάποιος. Το έχω διαβάσει σε διάφορα κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου. Ισχύει;» «Όχι, δεν ισχύει. Κανένας δεν ψάχνει τον Πατριάρχη». Πάει αυτός ο μύθος, είπα μέσα μου. «Επίσης έχει γραφτεί ότι πριν μπείτε στον Πανάγιο Τάφο, τον έχουν ερευνήσει εξονυχιστικά κάποιοι εκπρόσωποι άλλων δογμάτων. Ισχύει;» «Όχι, ούτε και αυτό ισχύει». Πάει και αυτός ο μύθος.


Βεβαίως απέφυγα να πω στον Πατριάρχη ότι αυτοί οι δύο ισχυρισμοί ήταν αναρτημένοι μέχρι πρότινος στην επίσημη ιστοσελίδα του Πατριαρχείου. Το θέμα της ιστοσελίδας το άφησα για να το θέσω μαζί με το μείζον:
– Πρόσφατα παρατήρησα ότι αλλάξατε το κείμενο περί της τελετής του Αγίου Φωτός στην ιστοσελίδα του Πατριαρχείου και στη θέση του μπήκε ένα άλλο, που δεν κάνει πουθενά λόγο για «θαύμα».
– Ναι, αυτό το κείμενο δεν έπρεπε να είναι εκεί, δεν γνωρίζω πώς μπήκε.
– Ναι, αλλά το νέο κείμενο δεν μιλάει για θαύμα.
Μα το Πατριαρχείο δεν μιλάει για θαύμα! Η λέξη προέρχεται από το «θαυμάζω». Τι σχέση μπορεί να έχει με μια ιερή τελετή;


Δεν πίστευα στ’ αυτιά μου. Αναγκαστικά, η επόμενη ερώτηση δεν μπορούσε να είναι άλλη από τη λεγόμενη «απαγορευμένη»: «Και αφού δεν είναι θαύμα, τότε πώς ανάβει το Άγιο Φως;»


Η απάντηση του Πατριάρχη Θεόφιλου Γ΄ σε αυτήν την κρίσιμη ερώτηση ήταν ένας μακρύς μονόλογος, που ξεκίνησε με τη φράση, «Κοιτάξτε, αυτό είναι ένα προσωπικό βίωμα που είναι αδύνατον να το μοιραστεί κανείς…», και συνεχίστηκε με θεολογικές αναλύσεις που δεν είχαν καμία σχέση με το ερώτημα. Κατάλαβα αμέσως ότι επιθυμούσε να στρέψει την κουβέντα αλλού. Προσπάθησα να τον διακόψω: «Ναι, αλλά ξέρετε…» Τίποτα. Χείμαρρος ασταμάτητος. Τα λεπτά περνούσαν. Κάποια στιγμή μπήκε στην αίθουσα ο πατήρ Μάρκος και με το χέρι του μου έκανε νόημα «τέλος χρόνου». Σήκωσα ελάχιστα, αλλά αισθητά, τη φωνή μου:


– Μακαριότατε, επιτρέψτε μου, είναι πολύ σημαντικά αυτά που μου λέτε, αλλά θέλω να σας θέσω ένα άλλο ερώτημα (ή όλα ή τίποτα, είπα μέσα μου): Η κανδήλα που μπαίνει μέσα στον Πανάγιο Τάφο μπαίνει αναμμένη ή σβηστή;
– Μα αναμμένη βεβαίως.
Σοκ!
– Αναμμένη;
– Σας είπα, αναμμένη.
– Άρα, δηλαδή, όταν εσείς μπαίνετε στον Πανάγιο Τάφο βρίσκετε μπροστά σας μια αναμμένη κανδήλα. Αυτό μού λέτε;
– Όχι, εγώ τη βρίσκω σβηστή!


Έμεινα για λίγο σιωπηλός προσπαθώντας να καταλάβω.


– Δηλαδή μπαίνει αναμμένη και εσείς τη βρίσκετε σβηστή; Πώς γίνεται αυτό, Μακαριότατε;


Την απάντηση του Πατριάρχη σε αυτό το ερώτημα αδυνατώ να τη μεταφέρω, καθώς μου ήταν εντελώς ακατάληπτη. Κράτησα μόνο τις λέξεις «μυστήριο», «εμπειρία που δεν εκφράζεται», «αλλοίωσις του χώρου» και, στο τέλος, «θαύμα δεν υπάρχει».
Κατεβαίνοντας τα σκαλιά του Πατριαρχείου ένιωσα ότι είχε δεχτεί μια σφοδρή επίθεση η λογική – όχι η λογική μου. Η κανδήλα «μπαίνει αναμμένη», ο Πατριάρχης τη βρίσκει «σβηστή» και αυτό είναι αποτέλεσμα «αλλοιώσεως του χώρου», αλλά «χωρίς θαύμα». Όλο αυτό δεν έβγαζε νόημα.
Μόνο η αναμνηστική φωτογραφία μαζί του είχε ένα κάποιο.

Μολαταύτα η συνάντηση είχε βγάλει μια σημαντική είδηση. Ο Πατριάρχης, κόντρα σε κάθε πρόβλεψη, επέλεξε την προκλητική εκδοχή της αναμμένης κανδήλας. Δηλαδή το κόκκινο πανί για τους πιστούς που πιστεύουν στο θαύμα, και τη βεβαιότητα των σκεπτικιστών. Γιατί το έκανε αυτό; Προχώρησε σ’ αυτήν την «αποκάλυψη» προκειμένου να έρθει πιο κοντά στην ορθολογική ερμηνεία του φαινομένου (έπειτα και από την αλλαγή του κειμένου για το Άγιο Φως στην επίσημη ιστοσελίδα του Πατριαρχείου); Ή μήπως ήταν ένας έξυπνος ελιγμός για να αποφύγει την πραγματική αποκάλυψη της αλήθειας (την οποία, όπως θα δούμε, αποδεδειγμένα γνωρίζει);

Μήπως η παραδοχή της αναμμένης κανδήλας, σε συνδυασμό με τη δήλωση ότι «δεν υπάρχει θαύμα», ήταν ουσιαστικά στάχτη στα μάτια της έρευνας, προκειμένου να συγκαλυφθεί η φρικτή αλήθεια, που ποτέ κανείς δεν υποψιάστηκε και πουθενά δεν έχει καταγραφεί;

Λύτρωση – Περί του Αγίου Φωτός

Ονομάζομαι Δημήτρης Αλικάκος, είμαι δημοσιογράφος και εργάζομαι ως αρχισυντάκτης στην ομάδα Ελέγχου Γεγονότων “Ellinika Hoaxes”. Τον Απρίλιο του 2018 ξεκίνησα την έρευνα για τον τρόπο που ανάβει το Άγιο Φως στα Ιεροσόλυμα. Έπειτα από τρεις αποστολές την ιερή πόλη, τον Μάρτιο του 2019 δημοσίευσα τα αποτελέσματα της έρευνάς μου σε βιβλίο υπό τον τίτλο «Λύτρωση – Περί του Αγίου Φωτός»