“Λύτρωσέ μας από αυτό το ψέμα”
Μπροστά στον Πανάγιο Τάφο.
Σέρνοντας τα πόδια μου ανέβηκα μέχρι το Πατριαρχείο. Ήθελα να συναντήσω τον Αρίσταρχο, να του μιλήσω. Φτάνοντας, τον συνάντησα έξω από το γραφείο του. «Θα σας έπαιρνα κι εγώ γιατί…» Δεν τον άφησα να συνεχίσει: «Πρέπει επειγόντως να σας μιλήσω…» Ούτε όμως και εκείνος: «Τώρα δεν μπορούμε να μιλήσουμε, πρέπει να φύγω. Σε λίγο ξεκινάει μια ξενάγηση σε ένα γκρουπ προσκυνητών από την Κρήτη. Θα αρχίσουν από τον Ναό της Αναστάσεως και αύριο θα γυρίσουν με πούλμαν όλους τους Αγίους Τόπους. Είναι ευκαιρία να μπείτε σε αυτό το γκρουπ. Την ξενάγηση θα την κάνει ο Αρχιεπίσκοπος Γεράσων Θεοφάνης. Θα λάβετε πολλές πληροφορίες για το ζήτημα που σας ενδιαφέρει». «Με όλο τον σεβασμό, αλλά αδυνατώ να κάνω πολύωρο ταξίδι. Είμαι πολύ κουρασμένος». Εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι ήμουν κάπως απότομος, οπότε έκανα ένα βήμα πίσω. «Εντάξει, θα πάω, αλλά μόνο στην ξενάγηση στον ναό». «Καλώς, ένα λεπτό να του τηλεφωνήσω να σας γνωρίσει και να μιλήσετε». Του τηλεφώνησε μπροστά μου. Η ξενάγηση θα άρχιζε σε λιγότερο από μισή ώρα. Πήγα στο ξενοδοχείο, έριξα λίγο νερό στο πρόσωπό μου, άλλαξα μπλούζα (ζέστη και υγρασία στην Ιερουσαλήμ), και επέστρεψα στον Ναό της Αναστάσεως.
Μπαίνοντας στον ναό άρχισα να αναζητώ το γκρουπ των Κρητικών προσκυνητών. Τους βρήκα σχεδόν αμέσως, ή μάλλον τους άκουσα, καθώς έψελναν έναν θρησκευτικό ύμνο μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο Θεοφάνη, τον οποίο μου υπέδειξε ένας πιστός. Κάθισα σε μια γωνιά, έγειρα το κεφάλι μου στον τοίχο, και περίμενα να τελειώσουν. Μάλιστα πρέπει να με πήρε για λίγο ο ύπνος, καθώς όταν άνοιξα τα μάτια μου είδα ότι το γκρουπ είχε πάει αρκετά μέτρα πιο πέρα. Έτρεξα αμέσως να συναντήσω τον Θεοφάνη. «Σεβασμιότατε, είμαι ο δημοσιογράφος από την Αθήνα που σας είπε ο Αρίσταρχος». Συστήθηκα κανονικά. «Ω Δημήτρη! Ακολούθα με, θα μάθεις πολλά». Με ξένισε ο οικείος τόνος. Στην πορεία κατάλαβα ότι επρόκειτο για έναν γήινο Αγιοταφίτη αρχιεπίσκοπο, ζεστό, ανθρώπινο, άλλοτε πράο και άλλοτε φουρτουνιασμένη θάλασσα ο λόγος του, και κυρίως μορφωμένο. Εκτός από Θεολογία στο ΕΚΠΑ, σπούδασε και στην Αγγλία Πατερική θεολογία. Από το 2005 έως το 2009 διετέλεσε έξαρχος του Παναγίου Τάφου στην Αθήνα. Το 2006 διορίστηκε αντιπρόσωπος του Πατριαρχείου στον διάλογο με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Υποψήφιος για τον πατριαρχικό θρόνο το 2005. Στα Ιεροσόλυμα έφτασε στα δεκατρία του.
«Για το Άγιο Φως θα μιλήσετε;» «Αν δεν μιλήσω γι’ αυτό, για τι θα μιλήσω. Αλλά στην ώρα του, όταν φτάσουμε μπροστά από τον Πανάγιο Τάφο». Μέχρι να φτάσουμε στον Πανάγιο Τάφο πέρασε πάνω από μισή ώρα. Ο Θεοφάνης σταματούσε μπροστά από κάθε ιερό σημείο του ναού και εξηγούσε στους προσκυνητές τον συμβολισμό, τη θεολογική αλλά και την ιστορική αξία του. Από την πλευρά μου, κάθε φορά που άλλαζε σημείο, άλλαζα κι εγώ το μάρμαρο όπου καθόμουν. Δεν ήμουν μόνο εξαντλημένος, ένιωθα και έναν γνώριμο οξύ πόνο στη μέση.
Κάποια στιγμή φτάσαμε στο Καθολικό, μόλις λίγα μέτρα από το Ιερό Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου. Κάθισα σ’ ένα στασίδι καθώς πολλοί προσκυνητές δεν είχαν μαζευτεί ακόμα. Κάποια στιγμή ακούω μια δυνατή φωνή: «Δημήτρηηη, έλα, ήρθε ή ώρα!» Έτρεξα με την κάμερα στα χέρια και άρχισα να καταγράφω την ομιλία του. Πρόκειται για το πρώτο βίντεο-ντοκουμέντο όπου αρχιεπίσκοπος του Πατριαρχείου
Ιεροσολύμων, λίγα μόλις βήματα από τον Τάφο του Ιησού, μιλάει δημόσια για «ανύπαρκτο θαύμα»: «Δεν κατέρχεται κανένα φως από τον ουρανό, είναι φυσικό φως που ανάβεται από την κανδήλα και καθαγιάζεται. Είναι καιρός να το καταλάβει ο λαός. Πρέπει να γίνει κάποτε μια επίσημη δήλωση εκ μέρους του Πατριαρχείου, που να λέει την αλήθεια για το πώς ανάβει το Άγιο Φως».
Όση ώρα μιλούσε, κοιτούσα ταυτόχρονα τους πιστούς και περίμενα αντιδράσεις. Καμία αντίδραση. Τίποτα. Δεν είχα συνέλθει από το σοκ όταν πλησίασα τον Θεοφάνη: «Σεβασμιότατε, το έχετε ξανακάνει αυτό;» «Μια και δυο; Πολλές φορές». «Και δεν αντιδρούν οι πιστοί;» «Είδες κανέναν να αντιδράσει; Κάποιες φορές ακούω κάτι μουρμουρητά, αλλά μέχρι εκεί. Μόνο μια φορά, πριν από μερικά χρόνια, ξέφυγε κάπως η κατάσταση και μια ομάδα ζηλωτών διαμαρτυρήθηκε έντονα»1. «Ο Πατριάρχης τι λέει γι’ αυτά που λέτε;» «Τι να πει; Αφού ξέρει ότι λέω την αλήθεια». «Κερνάω καφέ». «Εγώ θα σε κεράσω που ήρθες στην πόλη μας. Μόνο που πρέπει να βοηθήσω μια γιαγιούλα να βρει φαρμακείο, γιατί
πρέπει να πάρει ένα φάρμακο, και της υποσχέθηκα να την πάω εγώ. Έλα μαζί αν θέλεις. Μετά θα πάμε σ’ ένα ήσυχο μέρος να πιούμε τον καφέ μας». Περίπου είκοσι λεπτά ποδαρόδρομος από τον ναό μέχρι το φαρμακείο. Κοτζάμ αρχιεπίσκοπος, εβδομήντα χρονών, προσφέρθηκε να βοηθήσει μια απλή γυναίκα χωρίς αντάλλαγμα. Με εντυπωσίασε αυτή η κίνησή του.
Καθίσαμε σ’ έναν καφενέ και μπήκα αμέσως στην ουσία: «Δηλαδή, αφού μιλάμε για φυσικό φως που καθαγιάζεται, σημαίνει ότι δεν υπάρχει θαύμα». «Ε, αυτό είναι το θαύμα, ότι καθαγιάζεται, αλλά με τον τρόπο της Εκκλησίας. Όπως και με τον αγιασμό των υδάτων στα Θεοφάνια, όπου δεν πέφτει νερό από τον ουρανό, αλλά το καθαγιάζει η Θεία Χάρη, έτσι και με το Άγιο Φως, δεν έρχεται φως από τον ουρανό, αλλά είναι το φυσικό φως από την κανδήλα που καθαγιάζεται με την ευχή του Πατριάρχη. Έλα κοντά μου να δεις την ευχή, την έχω τυπωμένη. Διάβασε τι λέει σε αυτό το σημείο που έχω υπογραμμίσει: “Διά τοῦτο ἐκ τοῦ ἐπί τοῦτον τόν φωτοφόρον σου Τάφον, ἐνδελεχῶς καί ἀειφώτως ἐκκαιομένου
φωτός εὐλαβῶς λαμβάνοντες διαδιδόαμεν τοῖς πιστεύουσιν εἰς σέ τό ἀληθινόν φῶς…”»

Και συνέχισε: «Το λέει καθαρά, για όσους καταλαβαίνουν τι διαβάζουν: από το φως το οποίο καίει συνέχεια –τη λεγόμενη “Ακοίμητο Κανδήλα”– παίρνουμε το φως και το δίνουμε στους πιστούς. Τόσο απλά. Το ίδιο γίνεται σε όλους τους Ορθόδοξους ναούς εκείνη τη μέρα. Δεν είναι ούτε θαύμα ούτε μυστήριο, γι’ αυτό ούτε κάποιος Πατέρας της Εκκλησίας ασχολήθηκε ούτε κάποια Οικουμενική Σύνοδος. Είναι μια τελετή, όπως είπα και στους προσκυνητές. Τελικά, το θέμα του Αγίου Φωτός διαφωτίζεται μέσω της Θείας Λειτουργίας, η οποία επισφραγίζεται με το “εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν…” Η μη εκκλησιαστική θεώρηση της τελετής του Αγίου Φωτός στον Πανάγιο Τάφο από κάποιους πιστούς υποβαθμίζει την ίδια τη Θεία Λειτουργία, η οποία αποτελεί την ύψιστη εμπειρία και πραγμάτωση του έργου του Χριστού. Δυστυχώς δεν λέμε την αλήθεια στους πιστούς, αλλά η αλήθεια δεν πρέπει να σκανδαλίζει. Και η αλήθεια είναι αυτή. Είμαι 57 χρόνια εδώ, λες να μην τη γνωρίζω; Όλοι οι μεγάλοι σε ηλικία Αγιοταφίτες την ξέρουμε και κάμποσοι από τους νεότερους, αλλά πολλοί δεν τη λένε για να μη σκανδαλίσουν τον κόσμο. Όμως ο κληρικός που φοράει το ράσο οφείλει να το τιμάει. Δεν μπορεί να λέει ψέματα ούτε μισόλογα. Ο Μητροπολίτης Πέτρας Κορνήλιος, για παράδειγμα, το έχει πει δημόσια. Και μάλιστα “έβγαλε” ο ίδιος το Άγιο Φως το 2001 ως τοποτηρητής, μετά τον θάνατο του Διόδωρου. Αυτό λέει πολλά. Άκου μια ιστορία να γελάσεις. Μια φορά ένας Ρώσος νοίκιασε ένα μικρό αεροπλάνο από την Κύπρο και ήρθε να δει το “θαύμα”. Έτυχε να τον γνωρίσω και του είπα την αλήθεια: “Ξέρεις, η αλήθεια σού στοίχισε 35 χιλιάδες ευρώ, αλλά άξιζε τα λεφτά της, το Φως είναι καθαγιασμένο”. Έπαθε σοκ! Άκου, Δημήτρη: όταν ακούς για “θαύμα” πρέπει να ερευνάς τρία πράγματα: πρώτον και κύριο, αν πρόκειται για φυσικό φαινόμενο. Δεύτερον, αν πρόκειται για δαιμονική εμπειρία, όπως λένε οι Πατέρες, και τρίτον, μπορεί να είναι θαύμα, αλλά τα θαύματα γίνονται μυστικώ τω τρόπω και κυρίως είναι ψυχικά, αλλάζει ο άνθρωπος στην επαφή του με τον Χριστό, μεταμορφώνεται».
Επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο παρατήρησα έκπληκτος ότι η φράση για την οποία έκανε λόγο ο Θεοφάνης, στην «Ευχή του Αγίου Φωτός», δεν υπήρχε στο κείμενο για το Άγιο Φως που είχε αποσυρθεί λίγες μέρες πριν. Συγκεκριμένα, ενώ το Πατριαρχείο είχε αναρτήσει ολόκληρη την Ευχή, είχε αφαιρέσει από αυτήν την πιο αποκαλυπτική φράση:«ἐνδελεχῶς καί ἀειφώτως ἐκκαιομένου φωτός». Απ’ όλο το κείμενο έλειπε μόνο αυτή η φράση. Παραποίηση κειμένου, και μάλιστα θρησκευτικού, με προφανή σκοπό2.

Ήταν Τρίτη απόγευμα, 3 Ιουλίου. Το εισιτήριο επιστρο φής ήταν για το Σάββατο, αλλά δεν υπήρχε λόγος να μείνω στα Ιεροσόλυμα μέχρι τότε. Δεν είχε νόημα, αυτά που ήθελα τα είχα μάθει, και επιπλέον το στομάχι μου δεν άντεχε άλλη αλήθεια. Άλλαξα το εισιτήριο για την Πέμπτη.
“Θέλεις λίγο καρπούζι;”
Είχαν συμβεί τόσο πολλά σε μόλις δύο μέρες. Θα περνούσε καιρός για να συνειδητοποιήσω τι ακριβώς ανακάλυψα στα Ιεροσόλυμα. Το γνώριζα. Πήρα τον Αρίσταρχο και του είπα ότι θα πήγαινα το απόγευμα να τον αποχαιρετήσω. Το ίδιο και τον Θεοφάνη. Εκείνη την Τετάρτη το μόνο που ήθελα ήταν ν’ αδειάσει το μυαλό μου από σκέψεις. Δύσκολο. Έκανα μια μεγάλη βόλτα στην παλιά πόλη μέσα από το πλήθος τα σοκάκια με τα αμέτρητα μαγαζιά, που πουλούσαν κάθε λογής αναμνηστικά. Σταυρούς, εικόνες, κεριά, κομποσκοίνια… Μια ολόκληρη πόλη χτυπούσε στον ρυθμό της τρομερής δύναμης που λέγεται Πίστη.
Πέρασα για τελευταία φορά από τον Ναό της Αναστάσεως. Κάθισα σε μια πέτρα και παρατηρούσα το ατέλειωτο ποτάμι των προσκυνητών, με τι δέος και συγκίνηση προσέρχονταν στον ιερό χώρο. Προσεύχονταν, δάκρυζαν, παρακαλούσαν για κάποιο θαύμα που θα γιατρέψει κάποιο πόνο ή
ασθένεια ή αδιέξοδο. Δικό τους ή ανθρώπων που νοιάζονται. Σκέψεις και ερωτήματα πέρασαν από το μυαλό μου:
Ω Θεέ μου, τι πάω να κάνω; Με ποιον πάω να τα βάλω; Ποιος είμαι εγώ που θα τους πω ότι είναι έτσι και όχι αλλιώς, αναφορικά με το Άγιο Φως; Έχω αυτό το δικαίωμα, ακόμα κι αν οι αποδείξεις είναι ατράνταχτες; Η αλήθεια θα βλάψει ή θα σώσει; Μπορώ να σηκώσω το βάρος αυτής της αποκάλυψης;
Το απόγευμα ανέβηκα στο Πατριαρχείο. Η συνάντηση με τον Αρίσταρχο έγινε στο «κελί» του. Του εκμυστηρεύτηκα τι μου είπε ο Πατριάρχης, ο Θεοφάνης και, κυρίως, ο σκευοφύλακας. Δεν αντέδρασε. «Θέλεις λίγο καρπούζι;»
Έπειτα από λίγα λεπτά ξεκίνησε έναν συγκλονιστικό μονόλογο. Στο τέλος κάθε φράσης υπήρχε ένα ερωτηματικό. «Δεν μπορώ να καταλάβω… Μα γιατί να γίνεται έτσι; Γιατί επιλέχθηκε αυτός ο τρόπος; Γιατί δεν σκέφτηκαν να βάζουν το καντήλι αναμμένο την προηγούμενη μέρα; Τι νόημα έχει το σβηστό λίγο πριν από την τελετή;»
Δεν κατάλαβα, νόμιζα ότι ρωτούσε εμένα. «Σεβασμιότατε, εμένα ρωτάτε;» «Όχι, όχι… σκέφτομαι. Μας προσβάλλει όλο αυτό με τον αναπτήρα πάνω από τον Τάφο, δείχνει ασέβεια». Αυτά ακριβώς ήταν τα λόγια του. Τον ρώτησα ευθέως αν γνώριζε ακριβώς τα περί σβηστής καντήλας και
αναπτήρα. Ήταν απόλυτος: «Όχι, όχι, δεν είχα ιδέα. Γνώριζα μόνο ότι μπαίνει αναμμένη και από εκεί λαμβάνεται το Φως». Στο τέλος τού ζήτησα τη γνώμη του αν έπρεπε να το δημοσιοποιήσω όλο αυτό. «Δεν ξέρω… δεν είμαι σίγουρος αν θα κάνει καλό ή κακό. Σκεφτείτε το, αλλά πάνω απ’ όλα να έχετε στο μυαλό σας την προστασία του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου». Τον φίλησα και έφυγα.
Λίγα μέτρα πιο πέρα ήταν το κελί του Αρχιεπισκόπου Πέτρας Κορνήλιου. Τα παράθυρα ήταν ανοιχτά και μέσα είχε φως. Χτύπησα το κουδούνι. Τίποτα. Επέμεινα. Καμία κίνηση. Τον κάλεσα στο τηλέφωνο. Το σήκωσε. Μόλις είχα αρχίσει να του λέω ποιος είμαι και για ποιο λόγο τον θέλω,
με διέκοψε απότομα: «Δεν μιλώ με ζηλωτές!» «Όχι, μη μου το κλείσετε, δεν είμαι ζηλωτής, βρίσκομαι έξω από την πόρτα σας και θα ήθελα να μιλήσουμε…» «Τι ακριβώς θέλετε να μάθετε για το Άγιο Φως;» «Πώς ανάβει». «Τα έχω πει. Ανάβει από το καντήλι». «Και το καντήλι πώς ανάβει;» «Πώς ανάβουν τα καντήλια; Γεια σας». Προσπάθησα με μια τελευταία κουβέντα να τον πείσω να μου ανοίξει την πόρτα, αλλά μάταια. Λίγους μήνες αργότερα, στάθηκα επιτέλους τυχερός. Μου άνοιξε και την πόρτα και την… ψυχή του.
Σειρά είχε το κελί του Θεοφάνη. Με υποδέχτηκε με σύκα στα χέρια. «Έλα, πάρε, αλλά δεν είναι σαν του τόπου μας». Δοκίμασα. Ήταν άνοστα, καθώς εκεί τις συκιές τις ποτίζουν. Καθίσαμε σ’ ένα τραπεζάκι στην κουζίνα. Η δική του αντίδραση εν σχέσει με το σβηστό καντήλι και τον αναπτήρα –για τα οποία τον ενημέρωσα– ήταν η ακόλουθη: «Πρόκειται για ασεβή πράξη, την οποία, ομολογώ, δεν γνώριζα. Οι Αγιοταφίτες γνωρίζουμε ότι το καντήλι μπαίνει αναμμένο και από εκεί γίνεται ό,τι γίνεται. Προφανώς έχουμε να κάνουμε με ένα καλά κρυμμένο μυστικό που περνάει από σκευοφύλακα σε σκευοφύλακα και το γνωρίζουν ελάχιστοι».
Σε αυτό το σημείο έκανε μια παύση, και συνέχισε: «Αλλά ας το δούμε και αλλιώς. Τι σημασία έχει αν μπαίνει αναμμένο ή σβηστό το καντήλι και ανάβει στη συνέχεια. Η ουσία είναι ότι –είτε έτσι είτε αλλιώς– κοροϊδεύουμε τους πιστούς αφήνοντάς τους να πιστεύουν ότι πρόκειται για θαύμα. Αυτό είναι απαράδεκτο, δεν μας τιμάει. Άκου, Δημήτρη, θα σου αποκαλύψω κάτι σημαντικό. Εγώ, ο Πατριάρχης Θεόφιλος και ο Αρίσταρχος είμαστε περίπου της ίδιας ηλικίας. Ήρθαμε στα Ιεροσόλυμα σχεδόν την ίδια εποχή. Για πολλά χρόνια ήμασταν αχώριστοι φίλοι. Τότε λοιπόν που ήμασταν νέοι, δώσαμε μια υπόσχεση: ότι αν κάποτε ένας από εμάς γίνει Πατριάρχης θα πει την αλήθεια στους πιστούς για το Άγιο Φως. Κατάλαβες;» «Κατάλαβα, αλλά τι συνέβη όταν ο Θεόφιλος έγινε Πατριάρχης; Του θυμίσατε εκείνη την παλιά υπόσχεση που δώσατε ο ένας στον άλλον;» «Και βέβαια του τη θύμισα. Η απάντησή του ήταν: “Τώρα είναι αργά, Θεοφάνη, το πιστεύουν ακόμα και καθηγητές –δηλαδή μορφωμένοι άνθρωποι, εννοούσε–, δεν μπορούμε να σκανδαλίσουμε τον κόσμο”. Αυτή ήταν η απάντησή του».

«Σεβασμιότατε, θέλω να μου πείτε με το χέρι στην καρδιά. Γνωρίζω την ιερή αποστολή του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου, τους εχθρούς του, καθώς και το απειλητικό περιβάλλον από αλλόθρησκους και διεκδικητές των προνομίων του. Πιστεύετε ότι πρέπει να αποκαλύψω την αλήθεια για το Άγιο Φως;» «Δεν θα σκεφτώ για να σου απαντήσω. Είμαι εδώ κοντά έξι δεκαετίες, υπηρετώντας ως Αγιοταφίτης τον Θεό και την Αλήθεια του Χριστού μας. Τίποτα δεν είναι πιο χριστιανικό από το να υπηρετείς και να λες την αλήθεια. Δεν είναι δυνατόν η αλήθεια να βλάψει την Εκκλησία. Τι λέει ο Ιησούς στο Κατά Ιωάννη; “Μάθετε την αλήθεια κι η αλήθεια θα σας ελευθερώσει”. Άρα έχεις χρέος, τώρα που έλαχε σε σένα να αποκαλυφθεί η αλήθεια, να τη διαδώσεις. Λύτρωσέ μας από αυτό το ψέμα».
- Ο Ισίδωρος περιέγραψε ως εξής το περιστατικό: «Ήμουν στο γραφείο μου και άκουσα φωνές έξω από τον ναό. Μια ομάδα παλαιοημερολογιτών έβριζε τον Θεοφάνη φωνάζοντας “προδότη” και “Ιούδα”, αλλά και με άλλους χαρακτηρισμούς. Αν δεν έμπαινα εγώ στη μέση να τον προστατεύσω, μαζί με κάποιους άλλους πατέρες, σίγουρα θα τον χτυπούσαν. Του όρμηξαν με μίσος. Ήταν άνθρωποι με άγνοια και θρησκευτικό φανατισμό». ↩︎
- Στον σύνδεσμο που ακολουθεί, βρίσκεται η αποθηκευμένη σελίδα της παρουσίασης του Αγίου Φωτός –μαζί με την παραποιημένη Ευχή– στις 22 Ιουνίου 2018, δηλαδή λίγες ώρες πριν πάρει τη θέση της η νέα περιγραφή, για την οποία μιλήσαμε. Ας σημειωθεί ότι η παραποίηση υφίσταται από τον Φεβρουάριο του 2009, τουλάχιστον, οπότε υπάρχει αποθηκευμένη σελίδα: https://archive.li/G1yrJ ↩︎